Από το Τορόντο του Καναδά η μπάντα, σχηματίστηκε το 1969.
Πρωτάκουσα τους Καναδούς Bent Wind στα μέσα της δεκαετίας του ’80 (ή λίγο πιο μετά) στην επανέκδοση της βρετανικής Heyoka και ξανά-μανά το 1993 στην «λευκή» επανέκδοση της επίσης βρετανικής Acme (αν και πρέπει να είχε προηγηθεί η επανέκδοση του Αμερικανού Del Val).
Πράγμα που σημαίνει πως οι Βρετανοί ήταν εκείνοι που ενδιαφέρθηκαν πρώτοι γι’ αυτήν την άγνωστη μπάντα από το Toronto, εντάσσοντάς την στο κυρίως σώμα των psych (λέμε τώρα) reissues? και πέτυχαν διάνα.
Ο κόσμος λοιπόν άκουσε τους Καναδούς εκτοξεύοντας το original LP τους στα ύψη, αν σκεφθούμε πως πριν ένα χρόνο ένα τέτοιο αντίτυπο ξεπέρασε στο eBay τα 4000 δολάρια!
Αν κάτι με ενοχλούσε στις παλαιές επανεκδόσεις τού άλμπουμ “Sussex” των Bent Wind ήταν η, από μέτρια έως κακή, ηχητική απόδοσή του. Ok, και το original δεν πρέπει να «φύσαγε», αλλά οι επανεκδόσεις δεν διέφεραν και πολύ από τα «χώματα».
Εδώ, έρχεται να παρέμβει η ελληνική Anazitisi Records, η οποία με την πρόσφατη ανατύπωσή της (με νέο mastering από καθαρό βινύλιο) δίνει ένα κάποιο «όραμα» στον ήχο του συγκροτήματος, που παραμένει, πάντα, βαρύς και «σκοτεινός».
Οι Bent Wind σχηματίστηκαν όπως προείπα στο Toronto το 1969 (ως μέρος τής rock σκηνής της πόλης, την οποίαν αποτελούσαν οι Ugly Ducklings, οι Paupers, οι McKenna Mendelson Mainline…) ηχογραφώντας το άλμπουμ “Sussex” την ίδια χρονιά στην τοπική εταιρεία Trend.
Τέσσερις φίλοι, ο Jerry Gibas lead κιθάρα, φωνή, ο Marty Roth ρυθμική κιθάρα, φωνή, ο Sebastian Pelaia μπάσο και ο Eddie Thomas ντραμς, παίρνουν το θάρρος, ου μην και το θράσος (ο ντράμερ Thomas, βασικά, είναι κάπως «στον κόσμο του», για να το πω ευγενικά) να μπουν στο στούντιο και να ηχογραφήσουν μερικά δικά τους κομμάτια, που θα γέμιζαν ένα long-play κι ένα single (το 45άρι “Sacred cows/ Castles made of man” λογικώς προηγήθηκε).
Η μουσική τους, όπως οι ίδιοι, τότε, την περιέγραφαν ήταν ένα… contemporary blues-rock (άκου π.χ. το εισαγωγικό r&b “Sacred cows”, αλλά και το “Mystify”) που μπορεί να μην έφθανε στην αξία εκείνου των McKenna Mendelson Mainline, αλλά όταν έπαυε να είναι (blues-rock), όντας επηρεασμένο από τους Paupers π.χ., έδινε την πραγματικώς ενδιαφέρουσα διάστασή τους (άκου το “Going to the city” με τα ωραία αρμονικά φωνητικά στο ρεφρέν, το “Castles made of man” και το “Look at love”).
Βεβαίως, αργότερα, όλα αυτά ονομάστηκαν «ψυχεδέλειες» (γι’αυτό κι εγώ καταχωρίζω στα psych το άλμπουμ), αλλά όπως λέει, πολύ σωστά, και ο κιθαρίστας Marty Roth στο 8σέλιδο LP-sized ένθετο… «εμείς (σ.σ. οι Bent Wind) ποτέ δεν φθάσαμε στο επίπεδο των Beatles του “Lucy in the sky with diamonds”, των Rolling Stones του “In another land” και του Jimi Hendrix του “Third stone from the sun”, που έπαιζαν πραγματική ψυχεδελική μουσική».
Είχαν, όμως, κι άλλα καλά τραγούδια οι Bent Wind, όπως ας πούμε το αντιπολεμικό “Hate” (ένας νεκρός στρατιώτης «συνομιλεί» από τον τάφο του με το υπερπέραν, ξέροντας πως έχει χάσει, για πάντα, όλα τα τρανά και τα ωραία), το ερωτικό “Touch of red” ή το σκληροπυρηνικό “The lions”....
Τα μέλη της μπάντας οι Gerry Gibas (guitar, vocals), Marty Roth (guitars, vocals, 1969-present), Sebastian Pelaia (bass), Eddie Thomas (drums), Bill Miller (bass, vocals, 1989-present), Michael George Jones (guitar, 1989-present), Wilson Laurencin (drums, 1989-present).