Η είδηση του θανάτου του Lemmy, σημάδεψε τη χρονιά που μόλις φεύγει και οι συντάκτες του ROCK HARD κινητοποιήθηκαν άμεσα, κάνοντας μία αναδρομή στη μεγάλη καριέρα του rock n’ roll ήρωα, του ανθρώπου που προσωποποίησε τον sex, drugs and rock n’ roll τρόπο ζωής, του ανθρώπου που με τη μουσική του κατάφερε να ενώσει τους rockers, τους metallers, τους οπαδούς της punk μουσικής, της blues και τόσων άλλων ιδιωμάτων. Βασικά όμως, όλοι ήθελαν να γράψουν δύο γραμμές για το πώς έβλεπαν τον ίδιο τον Lemmy, να εκφράσουν έναν δικό τους φόρο τιμής σε μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που έβγαλε η μουσική ολόκληρη…
Σάκης Φράγκος
Ήμουν στο αμάξι για την δουλειά, όπως κάθε πρωί βάζω τον Εν Λευκώ, τα παιδιά των Laternative παίζουν εκείνη την ώρα. Μου αρέσουν γιατί ξέρουν από μουσική και έχουν ωραίο χιούμορ. Ώρα 8:30 το πρωί, ξαφνικά ακούω το ”Ace of spades”. Ti παίζει σκέφτομαι, ΜΟΤΟRHEAD στον εν Λευκώ, γενικά ο σταθμός αποφεύγει τον σκληρό ήχο σαν τον διάβολο το λιβάνι.
“Nαι καλά ακούτε, δεν είσαστε σε λάθος σταθμό” λένε τα παιδιά της εκπομπής , είναι το “Ace of spades “σαν ελάχιστος φόρος τιμής στον Lemmy που μας αποχαιρέτησε χθες το βράδυ. Μου κόπηκαν τα πόδια…. Ήταν γνωστά τα της υγείας του τον τελευταίο χρόνο αλλά τόσο σύντομα, λίγες ημέρες μετά τα 70-κοστα γενέθλια του, δεν το περίμενα. Τι να πρωτοθυμηθώ από τον μέγιστο.
Από τα πρώτα ακούσματα μου στις αρχές των 80’s, στις πρώτες μου κιόλας κασέτες οι ΜΟΤΟRHEAD μαζί με τα υπόλοιπα μεγάλα ονόματα της δεκαετίας και πολλά από τα 70’s υπήρχαν σε αυτές. UFO, SCORPIONS, BLACK SABBATH, MOTORHEAD, DIO, AC/DC, VAN HALEN, IRON MAIDEN,JUDAS PRIEST, SAXON και ήταν τα πρώτα ακούσματα, αυτά που δημιούργησαν τις βάσεις για το μουσικό μου μέλλον. “Βοmber”, “Ace of spades”, “I got mine”, “Another perfect day”, “Iron fist”, “Motorhead” και κάποια αλλά μας μύησαν στην μαγεία του σχήματος.
Ο Lemmy , πάντα εκεί έστεκε σαν την πιο εμβληματική φιγούρα που μετουσίωσε μέχρι τέλους τα τρίπτυχο «sex drugs and rock n’ roll». Και ποτέ, παρόλες τις αλλαγές line up και τους δύσκολους καιρούς με τις δισκογραφικές, δεν το έβαλε ποτέ κάτω δεν σταμάτησε το όραμα και στην πορεία των ΜΟΤΟRHEAD, ούτε μια στιγμή στα 40 χρόνια της πορείας των MOTORHEAD.
Θα θυμάμαι πάντα τα μπλουζάκια του σχήματος που φόραγε ο αδελφός μου στα 80’s κυρίως, την συναυλία τους στο Σπόρτινγκ , την τρίτη ημέρα τοy Μάρτιο του 1988. Support οι FLAMES, o ήχος ήταν τέτοιας ποιότητας που καταλάβαινες το τραγούδι στην μέση περίπου και μετά το πέρας της συναυλίας ακούσαμε κανονικά την επόμενη ημέρα… Stone deaf forever, κατάσταση.
Κάπου στα μέσα των 00’s, περίοδος Rock On αν θυμάμαι καλά, μας πήρε τηλέφωνο ο Φράγκος να πάμε με τον Αλατά αν μπορούμε σε μια ώρα για face to face συνέντευξη στο ξενοδοχείο Ζαφόλια στην Αλεξάνδρας με τον Lemmy. Χωρίς προετοιμασία, χωρίς ερωτήσεις μπροστά στον Lemmy αγχώθηκα, δεν είχα τα κότσια, αρνήθηκα. Δεν ξέρω αν έκανα καλά αλλά αυτό ήταν το συναίσθημα εκείνης της στιγμής.
Μουσικά τον παρακολουθούσα πάντα, κάθε δίσκος ΜΟΤΟRHEAD αγοραζόταν κάθε φορά που κυκλοφορούσαν δίσκο και αυτό γινόταν πάντα γιατί αυτό που πάντα λάμβανα από έναν δίσκο MOTORHEAD ήταν πάντα τίμιο και αυθεντικό μεταλλικό rock n’ roll. Ήταν τόσο άμεσος ο στίχος του και τόσο αληθινός, γι’ αυτό και άγγιξε εκατομμύρια κόσμο σε όλον τον κόσμο, αλλά είναι και ένας μουσικός που λαμβάνει εκτίμησης και εκτός της metal κοινότητας.
Καθώς μεγαλώνω, αρχίζω και εκτιμώ περισσότερα μουσικά είδη και η πρώτη μορφή του rock n’ roll, η περίοδος 1955-59, αυτήν που γαλούχησε τον Lemmy, έχει ήδη μπει πιο εκτεταμένα στη σφαίρα ενδιαφέροντός μου. “Θυμάμαι όταν βγήκε το rock n roll και το ακούσαμε στο ραδιόφωνο” είπε στο ντοκιμαντέρ “Lemmy” “ήταν μια επανάσταση”. Έχει απόλυτο δίκιο ο Lemmy, ήταν 10 ετών τότε και η έλευση του rock n’ roll ήταν κάτι σαν μάννα εξ ουρανού για τη νεολαία της μεταπολεμικής δεκαετίας του ‘50. Ήταν η αρχή του rock, μιας μουσικής που ο Lemmy αγάπησε και υπηρέτησε παντοτινά. Οι συνθέσεις του δεν ήταν τίποτα άλλο πέρα από rock n’ roll, έτσι απλά. Ο ίδιος το έλεγε πάντα, δεν το καταλάβαιναν όλοι όμως.
Τον είχα παρακολουθήσει αρκετές φορές με τους ΜΟΤΟRHEAD, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σε αυτό ήμασταν τυχεροί όλοι μας που τον είδαμε πάνω στην σκηνή που ένιωθε σαν το σπίτι του.
Ήταν μια τεράστια προσωπικότητα τόσο για τον metal χώρο αλλά και για τον ευρύτερο rock χώρο. Το ότι δεν είχε την κάλυψη που έπρεπε από τα mainstream rock περιοδικά οφείλεται γιατί σε αυτά σε όλον τον κόσμο υπάρχει ένας σνομπισμός για τον metal ήχο, κάτι που έχει ξεκινήσει από τα 80’ς και συνεχίζεται σε μεγάλο βαθμό μέχρι σήμερα . Αλλά ήταν τέτοια η επιρροή του σε όλους τους μουσικούς του κόσμου όλα αυτά τα χρόνια που έπεσε κυριολεκτικά το Internet την ημέρα της είδησης του θανάτου του. Ο rock τρόπος ζωής του ήταν απαράμιλλος και η rock περσόνα του υπήρξε από τις πιο εμβληματικές που γνώρισε η rock ιστορία.
Πραγματικά βούρκωσα με τα πρώτα post που ανέβαιναν στο facebook, είχα και την κόρη μου μαζί μου στο γραφείο, καλύφθηκα να μην με δει έτσι. Ζωγράφιζε έναν ουρανό εκείνη την ώρα. Κάπου εκεί ψηλά θα βρίσκεται και ο Lemmy σίγουρα, να τα πίνει με τους υπολοίπους συναδέλφους και όχι μόνο. Εμείς δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ, δεν μπορεί να γίνει, έχει γραφθεί στο μουσικό μας DNA εδώ και χρόνια.
Γιάννης Παπαευθυμίου
HAWKWIND - “Doremi fasol latido” (Liberty United) (1972)Είχα να ακούσω χρόνια πολλά αυτόν τον δίσκο, πάνω από 20 σίγουρα, Όταν ανακαλύψαμε τους ΜΟΤΟRHEAD, αργότερα αρχίσαμε να ψάχνουμε το παρελθόν του Lemmy και είναι γνωστό ότι πριν τους δημιουργήσει τους MOTORHEAD ήταν μέλος των ΗΑWKWIND που μπήκε στο σχήμα το 1971 σαν αντικαταστατής του Dave Anderson.
Τον Ιούνιο του 1972 το single “Silver machine” θα φτάσει στο 3 της Βρετανίας και τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς θα κυκλοφορήσει το παρόν album (No 14 στα Βρετανικά charts), o τρίτος δίσκος της μπάντας και ο πρώτος τους με τον Lemme Kilmister (έτσι γραφόταν τότε) στην σύνθεση της μπάντας σαν μπασίστας/ τραγουδιστής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτόν τον δίσκο το “The watcher”είναι αποκλειστικά δικιά του σύνθεση και τραγουδά κιόλας. Ο space rock ήχος της μπάντας έχει επηρεάσει εξολοκλήρου σχήματα σαν τους ΜΟΝSTER MAGNET και όχι μόνο ηχητικά θα έλεγα. Κομμάτια σαν τα “Brainstorm”, “Time we left today”, “Space is deep”, μας αποδεικνύουν πως ο όρος space rock δεν εκφράστηκε ποτέ πιο χαρακτηριστικά. Οι science fiction στίχοι, η πειραματική μουσική και η συμβολή του Lemmy στην μπάντα τους έδωσε ενέργεια, κάτι που μπορείτε να διαπιστώσετε πιο αποτελεσματικά ακούγοντας το κορυφαίο live “Space ritual” που κυκλοφόρησε την αμέσως επόμενη χρονιά.
RIP Lemmy…
Γιάννης Παπαευθυμίου
HAWKWIND - “Space Ritual” / “Hall of the Mountain Grill” / “Warrior on the Edge of Time”Πριν βιαστούμε να αναρωτηθούμε αν υπάρχει ζωή μετά (και πέρα από) τους MOTORHEAD, ύστερα από τον αιφνίδιο θάνατο του θρυλικού Lemmy, ας πάμε μερικές δεκαετίες πίσω κι ας ψάξουμε για το αν υπήρχε μουσική υπόσταση πριν τους MOTORHEAD. Η απάντηση έρχεται αβίαστα στους περισσότερους, ωστόσο όμως υπάρχουν πολλοί που αγνοούν το φαινόμενο της ψυχεδελικής-space rock, που ακούει στο όνομα HAWKWIND και έσκασε σαν βόμβα μεγατόνων στις αρχές των 70’s στην σκηνή του Λονδίνου.
Η σχέση του Lemmy με τους HAWKIWND είναι λίγο περίεργη. Στην συνείδηση των ακροατών η συνεισφορά του Lemmy φαντάζει μεγαλύτερη από ότι είναι στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ενώ το εκπληκτικό
“Silver Machine” έχει συνδεθεί με την φωνή (λόγω των live εκτελέσεων αλλά και του remaster του 1996), όταν αυτό ηχογραφούταν για πρώτη φορά το 1971 εκείνος δεν βρισκόταν καν στο σχήμα. Παρόλα αυτά η επίδραση που άσκησε τόσο το συγκρότημα προς αυτόν, όσο και το αντίστροφο ήταν τόσο ισχυρή που συντάραξε κυριολεκτικά και τους δύο κόσμους. Για τον Lemmy, στο πρώτο live με τους HAWKWIND ήταν η στιγμή όπου για πρώτη φορά έπιασε μπάσο στα χέρια του, ενώ για την μπάντα η συμμετοχή του σήμαινε περισσότερο vibe, εξαιρετικές ερμηνείες στα φωνητικά και μια τριετία όπου έπιασε το peak της πορείας της.
Προσωπικά θεωρώ την τριπλέτα των κυκλοφοριών
"Space Ritual" (1973) (live),
"Hall of the Mountain Grill" (1974) και
"Warrior on the Edge of Time" (1975), ότι καλύτερο έχει βγάλει η μπάντα σε όλη την μακρόχρονη διαδρομή της. Είναι η περίοδος όπου απαγκιστρώνεται από το χίπικο ρεύμα της Αμερικής και επηρεάζεται από την krautrock σκηνή της Γερμανίας. Και σε συνδυασμό με την παρουσία του Lemmy που δεν γούσταρε όλη αυτή την ψυχεδέλεια, ακούμε το πιο στιβαρό και καλοδομημένο space rock της εποχής. Βέβαια ξεχωριστή θέση έχει για μένα το "Warrior on the Edge of Time". Θες κάτι το δονκιχωτικό εξώφυλλο, θες γιατί οι ισορροπίες στις συνθέσεις αποκαθίστανται, θες γιατί την αποφώνηση του δίσκου την κάνει ο ίδιος ο Lemmy με το προφητικό "Motorhead"; Αυτός ο δίσκος εκπέμπει έναν έντονο αγνό ρομαντισμό, που στο άκουσμά του σήμερα δεν μπορεί παρά να σου προκαλέσει μια έντονη μελαγχολία όπου δεν λαμβάνει χώρα το γνώριμο τριπάρισμα. Μιλάμε για τον δίσκο όπου συναντιούνται πέρα από τους ιδρυτές Dave Brock και Nik Turner (με τα μαγευτικά πνευστά του), ο Lemmy και ο Simon King, ενώ για πρώτη φορά εμφανίζονται οι Simon House (πλήκτρα από άλλο διάστημα) και ο Alan Powell σαν δεύτερος ντράμερ. Κυριολεκτικά τα λόγια γι’ αυτόν τον δίσκο είναι περιττά. Οι μελωδίες αναδιπλώνονται μεταξύ γης και απείρου, ενώ την στιγμή του τέλους αυτού το ταξιδιού φαντάζομαι ότι την όριζε μόνο το ανασήκωμα της βελόνας.
Φυσικά τα "Space Ritual" και "Hall of the Mountain Grill" δεν μπαίνουν επουδενί σε δεύτερη μοίρα. Το πρώτο πρόκειται για ένα από τα πιο δυνατά live album έβγαλε η σκηνή, αποτέλεσμα φυσικά τεράστιων ποσοτήτων ψυχοτρόπων ουσιών αλλά και γνήσιου ακατέργαστου ταλέντου. Μπορεί να μην υπήρχε στο setlist το hit "Silver Machine", ωστόσο η παρουσία και μόνο της πληθωρικής χορεύτριας Stacia (το εξώφυλλο δεν είναι τυχαίο) επί σκηνής φαντάζομαι ότι θα έστειλε πολλούς από τους θεατές σε άλλο γαλαξία. Το "Hall of the Mountain Grill", παρότι εξέπληξε ένα μεγάλο πλήθος των ακροατών. ήταν η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων. Η μπροστινή μεριά του βινυλίου αποτελεί ωδή στον space ambient ήχο. Φυσικά ο δίσκος μαζί με τα “The Dark Side of the Moon” των PINK FLOYD και “Inside” των ELOY, συμπληρώνει την αξεπέραστη τριάδα των κυκλοφοριών εκείνης της χρονιάς.
Το δημιούργημα των HAWKWIND ήταν μια κολεκτίβα από όπου πέρασαν πάνω από 70 μουσικοί. Ο Lemmy μπορεί να μην υπήρξε η κεντρομόλος δύναμη για το συγκρότημα, ωστόσο η παρουσία του ήταν καταλυτική, συμμετέχοντας στην αναμφίβολα πιο σημαντική στιγμή της μακροχρόνιας πορείας της μπάντας. Το μπάσο του μέσα από αυτούς τους δίσκους θα με στοιχειώνει μέχρι το τέλος των δικών μου ημερών.
Νίκος Ζέρης
Υ.Γ. Όσοι θέλετε να ψάξετε περισσότερο τα γεγονότα της εποχής μη χάσετε το ντοκιμαντέρ του
BBC για τους HAWKWIND
MOTORHEAD“On Parole” (1976/1979)Η πρώτη δουλειά των MOTORHEAD με τους Fox/Wallis έμεινε στα ράφια, μέχρι να υπάρξει η στοιχειώδης επιτυχία του “Motorhead” άλμπουμ. Αγνό, πρωτόλειο, βρώμικο, παραμορφωμένο rock n’ roll, με λίγες απαιτήσεις από τον ακροατή αλλά πολλές υποσχέσεις, όφειλε περισσότερα στην punk σκηνή και λιγότερα στους μακρυμάλληδες hard rock θεούς των 70’s, αλλά έδωσε ξεκάθαρα το μήνυμα. Lemmy has landed, beware.
Στέλιος Μπασμπαγιάννης
“Motörhead” (1977)Ξεκάθαρα η έναρξη της κόλασης, για τον κάθε διανοούμενο χαρτογιακά, ρομαντικό, γότθο, new wave, pop, progressive τύπο, που ήθελε να ακούει και ροκ. Η κλασική σύνθεση των Kilminster/Clarke/Taylor σφυρηλατεί τον ήχο της, μέσα από την παραμόρφωση, το εκκωφαντικό μπάσο, τα μανιακά ντραμς, τραγούδια για τις αμφεταμίνες, τις μηχανές και την ροκ ζωή. Το ομώνυμο τραγούδι είναι η ζωντανή απόδειξη τις rock n’ roll ψυχής του Lemmy με τον δωδεκάμετρο ρυθμό του να ξεχειλίζει μέσα από τη λάβα της παραμορφωμένης κιθάρας του Clarke. Από τα άλμπουμ, που ξέρεις ότι θα κάνουν το γρασίδι του γείτονα σου, να ξεραθεί κι αυτόν να μετακομίσει χωρίς πολύ προσπάθεια.
Στέλιος Μπασμπαγιάννης
“Overkill” (1979)Σιχαίνομαι όσο δεν πάει τους επικήδειους και όλα εκείνα τα αποχαιρετιστήρια λογύδρια, που συνοδεύονται συνήθως από έναν επιτηδευμένο στόμφο, προσαρμοσμένο στα δεδομένα της εκάστοτε θλιβερής περίστασης. Όταν όμως έχεις να κάνεις με bigger-than-life μορφές της heavy μουσικής όπως ο Lemmy και οι MOTORHEAD, που έχουν μια δισκογραφία από πίσω τους γεμάτη από εμβληματικά σημεία αναφοράς, είναι τόσο διαβολεμένα δύσκολο να ξεχωρίσεις με αντικειμενικότητα και ως ελάχιστο φόρο τιμής αυτό που συχνά περιγράφεται ως «καλύτερες στιγμές». Μοιραία λοιπόν τον πρώτο λόγο παίρνουν οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα και όλα όσα μας τραβάνε από και γύρω από τη μουσική του σπουδαίου Lemmy.
Η πρώτη μου ανάμνηση από τους MOTORHEAD ήταν το “Overkill”. Γραμμένο σε κασέτα από δανεισμένο CD και με το booklet φωτοτυπημένο από το βιβλιοχαρτοπωλείο δίπλα στο λύκειο όπου ο εξηντακάτι ιδιοκτήτης του πάντα μου επιφύλασσε ένα βλέμμα ημιαπέχθειας και λύπησης όταν παρουσιαζόμουν ανέμελος για φωτοτυπίες, αποτέλεσε την παρθενική μου επαφή με τον πραγματικό κόσμο του rock n’ roll. Ήμουνα ήδη χωμένος στα γκάζια των METALLICA και SLAYER αλλά ο βρώμικος συνδυασμός punk, metal και rock n’ roll που ξεπηδούσε από το αφηνιασμένο κοπάνημα του Phil Taylor στα “Stay Clean” και “Overkill”, χόρευε δαιμονισμένα πάνω από τα ακόρντα του “Fast” Eddie Clarke στα “Capricorn” και “Limb from limb” και κατέληγε στην παραμόρφωση του Rickenbacker εκείνου του παράξενου τύπου με τα μούσια και τις κρεατοελιές που είχε το παρατσούκλι Lemmy, ήταν τόσο εξωπραγματικός που με έκαναν να φάω τεράστιο κόλλημα. Μετά απ’ αυτό η αλήθεια της μετεφηβικής μου αντιδραστικότητας δεν βρισκόταν στους SEX PISTOLS αλλά συνοψιζόταν πλέον στον τελευταίο στίχο του “Metropolis”: I don’t care, I’m not there.
Πάνος Δρόλιας
“Bomber” (1979)Πόσοι καλλιτέχνες θα κυκλοφορούσαν δύο άλμπουμ τη χρονιά. Η συνέχεια του “Overkill”” έχει τίτλο “Bomber” την πρώτη επίσημη αναφορά του Lemmy στον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο και γενικά τον πόλεμο που του άρεσε ως αντικείμενο ενασχόλησης (διάβασμα βιβλίων, συλλογή αναμνηστικών) και τη ζωντάνια των νεοφώτιστων και ας είναι πια χρόνια στο κουρμπέτι. Η τριάδα έχει δέσει υπερβολικά, από τις περιοδείες και είναι φανερά τα σημάδια του μεγαλείου σε τραγούδια σαν τα “Stone dead forever”, “Dead men tell no tales” και το ομώνυμο, που τους έδωσε την ευκαιρία να περιοδεύουν με το αντίγραφο του βομβαρδιστικού Henkel πάνω από τα κεφάλια τους για αρκετά χρόνια.
Στέλιος Μπασμπαγιάννης
“Ace of spades” (1980)Ανήκοντας σε μια γενιά που το ace of spades ήταν το άλφα στην αλφαβήτα της μουσικής μας, ήδη κλασικό, ήδη καθιερωμένο, αναπόφευκτα ήταν η πρώτη μου επαφή με τους MOTORHEAD. Και γρήγορα ανακαλύπτεις πως δεν είναι άδικα διαμάντι της γενιάς του. Μέσα στην εξαιρετικά σύντομη διάρκεια του, απεικονίζεται στεγνά και μέσα στη μούρη σου όλη η βρωμιά, όλη η αλητεία, όλη η τρέλα που οι MΟTΟRHEAD έχουν διδάξει τις δεκαετίες της καριέρας τους, και όλα αυτά υπέροχα συμπυκνωμένα μέσα σε ένα δίσκο που το κάθε κομμάτι του σήμερα είναι τόσο γνωστό κι αγαπημένο από τον καθένα μας.
Πριν ακούσω το “Ace of spades” και πριν μάθω να εκτιμώ δίσκους στην ολότητα τους, δεν τον πήγαινα το Lemmy, μου φαινόταν τρελός και μισογύνης (ήμουν και 14 άλλωστε), μα ευτυχώς τα μάτια μου άνοιξαν στην ωμή μαγεία τους και τον τρόπο που βλέπουν τη ζωή ο θείος Lemmy και η τρελοπαρέα του.
H εισαγωγή του ομώνυμου κομματιού στο δίσκο που δεν μπορεί παρά να ανατριχιάσει τους πάντες – εκτός κι αν είναι αναίσθητοι- και αναγνωρίζεται από την πρώτη νότα, δε μπορεί παρά να σε επηρεάσει για μια ζωή, και να γυρνάει πάντα στο μυαλό σου τις στιγμές που κάνεις τις μικρές σου επαναστάσεις στη ζωή. Πόσο μάλλον όταν το πρωτοακούς ως επαναστάτης έφηβος που θέλει να φέρει παντού το χαμό. Και μετά να βρίσκεις το νόημα της ζωής σε ένα κομμάτι τόσο βρώμικο μα με τόσο ποιητικό νόημα όπως το “The chase is better than the catch”. Το σεξουαλικό σου υποσυνείδητο να ξυπνάει μέσα από τα τουλάχιστον ερωτικά riffs του “Love me like a reptile”. Το “Ace of spades” είναι ένας δίσκος που διεγείρει όλες σου τις αισθήσεις με την απλότητα και την αμεσότητά του (και το λέει η καμένη προγκρεσιβού αυτό, πόσα όρια να ξεπεράσει πια;), το αγαπάς από την πρώτη στιγμή μέχρι την τελευταία.
Δεν υπάρχουν πολλά λόγια να πεις για κάτι τόσο αγαπημένο και κάτι τόσο κλασικό σαν αυτό. Το “Ace of spades” ξεπερνά της γενιές, ξεπερνά τα είδη της μουσικής, ξεπερνά τις έχθρες και στο άκουσμα του όλοι οι παρευρισκόμενοι, μεθυσμένοι και μη, χορεύουν και τραγουδούν στο ρυθμό κάθε κομματιού που αυτό περιλαμβάνει. Είναι ένας δίσκος που δεν παίρνει κριτικές, γιατί αν δεν τον εκτιμάς, κάτι πρέπει να επαναπροσδιορίσεις στη ζωή σου. Ο Lemmy πέθανε; Όχι. O Lemmy είναι εκεί στη δισκοθήκη σου που αράζει το “Ace of spades”, ζει και αναπνέει μέσα του και θα είναι για πάντα μαζί σου. He lived to win, and he won immortality.
Ειρήνη Τάτση
“No sleep ‘till Hammersmith” (1981)Η ανάμνηση αυτή βέβαια έμελλε να γιγαντωθεί με το επιβλητικό “No Sleep ‘Till Hammersmith”, το οποίο μαζί με το “Unleashed in the East” των JUDAS PRIEST και το “Live after Death” των IRON MAIDEN συνθέτουν κατ’ εμέ την αγία τριάδα των live δίσκων που δεν πρέπει να απουσιάζουν από καμία σοβαρή μεταλλική δισκοθήκη. Δίχως υπερβολή, ετούτος ο δίσκος είναι το τζακ ποτ από την Κόλαση. Ήχος ογκώδης και αλητήρια βρώμικος μέχρι τα μπούνια, η μπάντα στην πιο δαιμονισμένη φόρμα της ιστορίας της να παίζει σαν να μην υπάρχει αύριο και όλα να μοιάζουν τόσο ζωντανά και τόσο στοιχειωτικά σαν να βρίσκεσαι στις πρώτες σειρές του Hammersmith και να λούζεσαι από τον ιδρώτα του Lemmy μέχρι η σειρήνα του “Bomber” να ρίξει θεαματικά την αυλαία. Ειλικρινά όσο και να ψάξεις στα υπόλοιπα live άλμπουμ που ακολούθησαν, δεν υπάρχει περίπτωση να βρεις πιο οργασμικές εκτελέσεις ασμάτων που έγραψαν ιστορία από εκείνες των “Ace of Spades”, “Overkill”, “(We are) The road crew” και “Metropolis”. Οι MOTORHEAD με καβαλάρη τον Lemmy φανέρωσαν περίτρανα πως αποτελούσαν μια δύναμη που υπερέβαινε τους νόμους της φύσης. Δεν είναι διόλου τυχαίο άλλωστε ότι το “No Sleep ‘Till Hammersmith” κατάφερε να καρφωθεί στην πρώτη θέση των βρετανικών charts όταν κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1981, όπως επίσης και το γεγονός ότι μετά από αυτό η συντριπτική πλειοψηφία των νέων συγκροτημάτων έσπευσε να αντιγράψει εκτός από τις υψηλές ταχύτητες και το συναυλιακό στήσιμο της παρέας του Lemmy.
Πάνος Δρόλιας
“Iron Fist” (1982)Το πρώτο μου άλμπουμ MOTORHEAD, η πρώτη αγάπη, το πρώτο χτύπημα στο σαγόνι από το εναρκτήριο “Iron fist” το σκεπτόμενο “(Don’t need no) Religion”, το ταξιδιάρικο “America”, τον απόλυτο καταλύτη σχέσεων και αυτοπεριγραφικό ”Heart of stone”, το είμαι και θα είμαι “Loser”, το βασισμένο στις εμπειρίες του Lemmy ”Speedfreak”. Δύσκολο άλμπουμ γιατί ακολούθησε το τρομερά επιτυχημένο “Ace of spades” και σήμανε τη διάλυση της κλασικής σύνθεσης των MOTORHEAD. Αν και η χμ,χμ παραγωγή του Clarke ξενίζει αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές τους, γιατί η ποιότητα των συνθέσεων είναι τέτοια, που υπερκαλύπτει τις διαμάχες των μελών του σχήματος και απλά σε ισοπεδώνει με την δυναμική του. Τραχύ, σκοτεινό, βάρβαρο ήταν ο σηματοδότης για την γενιά του Bay Area και ας μην το παραδέχονται εύκολα. Με καυστικούς στίχους που ακόμα και σήμερα φαντάζουν προκλητικοί.
Στέλιος Μπασμπαγιάννης
“Another perfect day” (1983)Δεν χρειάζεται καν να σημειώσω ότι δεν γίνεται αναλυτική παρουσίαση του συγκεκριμένου άλμπουμ ούτε καν κάποια εξαντλητική ιστορική αναδρομή. Η αναφορά στο “Another prefect day” αποτελεί ουσιαστικά αφορμή για να καταγράψω –όπως και τα υπόλοιπα παιδιά εδώ στο Rock Hard- μερικές σκέψεις για τον Lemmy. Ομολογώ ότι δεν υπήρξα ποτέ ο πιο φανατικός οπαδός των MOTORHEAD. Για να ακριβολογούμε, μάλιστα, σταμάτησα να παρακολουθώ την πορεία τους κάπου στις αρχές του 2000 και ο τελευταίος δίσκος που άκουσα από την αρχή ως το τέλος ήταν το “Hammered”. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν πήγαινα στις συναυλίες τους και δεν θαύμαζα τον απίστευτο ήχο που έβγαζαν ο Lemmy, o Phil και ο Mikkey… Η αλησμόνητη εμφάνιση στο ...Μάκεν Open Air κάτω στην παραλία αποτελεί φυσικά εξαίρεση αφού δεν έφταιγαν οι MOTORHEAD γι’ αυτό που παρουσίασαν.
Με τον κίνδυνο να ακουστώ κλισέ, αυτό που θαύμαζα πάντα στον Lemmy ήταν η αυθεντικότητά και ο μοναδικός του χαρακτήρας. Είχε πάντα το θάρρος να κάνει αυτό που ήθελε αδιαφορώντας για το τι λένε οι γύρω του. Γιατί, αν τους είχε ακούσει πίσω στο 1983 μάλλον δεν θα αντικαταστούσε τον Fast Eddie με τον Brian Robertson καθώς το “Another perfect day” ήταν σίγουρα το πιο μελωδικό άλμπουμ της καριέρας των MOTORHEAD ενώ και η εν γένει παρουσία του Robertson δεν ταίριαζε στυλιστικά διόλου με το προφίλ του Lemmy και του Philthy. Πάντως, το “Another perfect day” δεν είναι κακός δίσκος... Το αντίθετο. Είναι ένας διαφορετικός δίσκος για τους MOTORHEAD που παρουσίασε μία πλευρά του Lemmy που δεν είχαμε δει (και ακούσει) μέχρι εκείνου του σημείου. Το γεγονός, μάλιστα ότι και ο ίδιος ο Lemmy άλλαξε στάση για το δίσκο (αρχικά δεν το γούσταρε αλλά στη συνέχεια το επανεκτίμησε βάζοντας κομμάτια και στα live sets) λέει πολλά.
Το ότι θα λείψει σε όλους μας ο Lemmy είναι κάτι το αυτονόητο και αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι ότι σιγά σιγά οι παιδικοί μας ήρωες την «κάνουν» προς τα πάνω. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι δεν πεθαίνουν ποτέ... Η μουσική και η κληρονομιά τους μένει και υπό αυτή την έννοια παραμένουν για πάντα αθάνατοι. Μπορεί, λοιπόν, η 28η Δεκεμβρίου να μην ήταν ...μία ακόμη τέλεια μέρα για το rock n’ roll αλλά ήταν μία μέρα που όλος ο κόσμος θυμήθηκε και τίμησε τον Lemmy. Όπως είχε κάνει και με τον κοντό πριν από 5 ½ χρόνια.
Σάκης Νίκας
“Orgasmatron” (1986)Στην μουσική που αγαπάμε μεγάλη σημασία έχει πόσο θα σε «αγγίξει» ένα ή περισσότερα album(s). Αν αυτό συμβεί τότε ριζώνονται άμεσα μέσα σου και δεν φεύγουν ποτέ. Έχεις συνδέσει την μουσική που εμπεριέχεται στους δίσκους με την ίδια σου την ζωή. Τα τραγούδια κάθε φορά που τα ακούς, σου φέρνουν στο μυαλό γυναίκες που πέρασαν από την ζωή σου, βραδιές με φίλους που το αλκοόλ έρεε άφθονο, τυχόν παρανομίες που έκανες νέος και ότι άλλο χαρακτηρίζει την εφηβεία σου. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις βιώσει το κάθε album όταν έχει κυκλοφορήσει. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως, όπως στο παρόν κείμενο, ο γράφων λόγω ηλικίας δεν βίωσε τα albums στις χρονιές που βγήκαν αλλά πολύ λίγα χρόνια μετά κάνοντάς τα αμέσως δυο από τα πιο αγαπημένα του στην μεγάλη δισκογραφία των MOTORHEAD.
Το ρολόι της μουσικής ιστορίας είναι στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Οι MOTORHEAD το 1983 κυκλοφορούν το “Another Perfect Day”, τον πιο ροκ δίσκο τους μέχρι τότε, εξαιρώντας τα “Motorhead” και “On Parole”. Το album ξίνισε πολύ τους σκληροπυρηνικούς οπαδούς του σχήματος αφού δεν μπορούσαν να δεχτούν με τίποτα το attitude της μεταγραφής που είχε απο τους THIN LIZZY, Brian Robertson. Έτσι «αναγκάστηκαν» να αλλάξουν ρότα, και όπως αποδείχτηκε πολύ καλώς έπραξαν. Το 1986 κυκλοφορεί το “Orgasmatron”, ένα album που θα ξαναέφερνε τους MOTORHEAD για τα καλά στο προσκήνιο. Αποτέλεσε την αρχή της δεύτερης τριάδας επιτυχημένων albums έχοντας τραγούδια πιο heavy μεν σχετικά με το παρελθόν αλλά στην φιλοσοφία σκληρού rock n’ roll που είχαν, με ψήγματα punk στοιχείων δε, με αυξημένες τις ταχύτητες των τραγουδιών κάνοντας τα πολύ επιθετικά αλλά και πολύ «ανεβαστικά». Τα μέλη είναι πια 4 από το 1984 όταν κυκλοφόρησε το single “Killed By Death” και η συνύπαρξη δυο κιθάρων στα τραγούδια τα έκανε να ηχούν πιο βαριά. Το album δεν έχει μέτρια σύνθεση και γι’ αυτό όταν ξεκινήσει δεν πατάς επουδενή το stop. Οι MOTORHEAD καταφέρνουν αυτό που ίσως θα φάνταζε αδύνατο: να γράψουν τραγούδια που καθένας μας θέλει να ακούσει για να περάσει ωραίες στιγμές.
Θοδωρής Μηνιάτης
http://www.rockhard.gr/